Φαβίου

Φαβίου
Φάβιος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • κατευδοκιμώ — κατευδοκιμῶ, έω (Α) (επιτ. τ. τού ευδοκιμώ) ευδοκιμώ πολύ, ξεπερνώ κάποιον σε ευδοκίμηση, σε καλή υπόληψη και δόξα («κατευδοκιμήσας Φαβίου», Διόδ.) …   Dictionary of Greek

  • ψυχρότητα — η / ψυχρότης, ητος, ΝΜΑ [ψυχρός] 1. η ιδιότητα τού ψυχρού 2. έλλειψη συναισθηματικής θέρμης νεοελλ. 1. η ανικανότητα ενός ατόμου να αισθανθεί γενετήσια ηδονή («γυναικεία ψυχρότητα») 2. φρ. «ψυχρότητα ανέμου» (μετεωρ.) μέτρο τής ψυκτικής δράσης… …   Dictionary of Greek

  • Αλλόβρογες — Κέλτες της Ναρβονικής Γαλατίας, που υποτάχτηκαν στη Ρώμη το 121 π.Χ. επί Κουίντου Φάβιου Μάξιμου του Αλλοβρογικού και του Γναίου Δομίτιου Αϊνόβαρβου. Από τότε επαναστάτησαν πολλές φορές, αλλά πάντοτε χωρίς επιτυχία …   Dictionary of Greek

  • Κανίνιος — (Caninius). Επώνυμο ρωμαϊκής οικογένειας πληβείων. 1. Γναίος Ρέβιλος (2ος αι. π.Χ.). Χρημάτισε πραίτορας το 171 π.Χ. και διοικητής της Σικελίας. 2. Μάρκος Ρέβιλος (2ος αι. π.Χ.). Ήταν αδελφός του Γναίου Ρέβιλου (βλ. 1.). Το 170 π.Χ. στάλθηκε σε… …   Dictionary of Greek

  • φαβιανός — ή, ό αυτός που ακολουθεί την τακτική του Ρωμαίου ύπατου Κόιντου Φάβιου Μάξιμου, ο συντηρητικός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”